Τετάρτη, Μαΐου 30, 2007

Η "Μοίρα" και τα βιβλιοπωλεία

Γυρίζοντας από το τριήμερο, βρήκα ένα σκασμό μέιλ να με περιμένουν (στο χωριό δεν τα ανοίγω, καθότι η σύνδεση είναι dial up, το δε λάπτοπ της πλάκας και μπορεί να εκραγεί...), αρκετά από τα οποία με ενημέρωναν ότι το τελευταίο μου βιβλίο ("Με Λένε Μοίρα") ήταν άφαντο από πολλά κεντρικά βιβλιοπωλεία.
Στην αρχή το χάρηκα, ελπίζοντας -ο αφελής...- ότι ήδη η πρώτη φουρνιά εξαντλήθηκε. Σύντομα βέβαια προσγειώθηκα, μια και διαπίστωσα το αυτονόητο: ναι μεν έχουν γίνει οι παραγγελίες, αλλά στα περισσότερα βιβλιοπωλεία το βιβλίο δεν έχει φτάσει ακόμα. Για παράδειγμα, υπάρχει στον Ελευθερουδάκη, αλλά δεν έχει πάει ακόμα στον Παπασωτηρίου και στον Ιανό.
Ευχαριστώ από καρδιάς τους φίλους (γνωστούς και άγνωστους) που έσπευσαν να προμηθετούν το βιβλίο -και... έμειναν με την όρεξη. Απ' ό,τι με διαβεβαίωσαν, πάντως, από τον εκδοτικό οίκο, μέσα στο επόμενο δεκαήμερο η "Μοίρα" θα είναι κανονικά σε όλα τα βιβλιοπωλεία. Θα ανεβάσω εγκαίρως και σχετικό ποστ.

ΥΓ: Για πρώτη φορά εδώ και δέκα μήνες που μπλογκάρω, απενεργοποίησα τα σχόλια, μια και το συγκεκριμένο ποστ είναι απλώς ενημερωτικό και δεν χρήζει σχολίου. Ευχαριστώ και πάλι! :)


(Θα με βρείτε και εδώ: http://www.fasoulasonline.com/)

Τρίτη, Μαΐου 29, 2007

Τρεις μέρες...

Έλειψα για τρεις μέρες.
Σε τρεις μέρες θα ξαναφύγω.
Θα ξαναγυρίσω ύστερα από τρεις μέρες.
Κι ύστερα από τρεις μέρες θα γίνει η παρουσίαση των "Ομάδων".
Και μετά από τρεις μέρες θα ξαναφύγω.
Μέχρι να ξαναγυρίσω -ύστερα, εξυπακούεται, από τρεις μέρες.
Και πάει λέγοντας...
Γενικά, ο επόμενος μήνας θα είναι για μένα χωρισμένος σε τριήμερα. Τα μεν γεμάτα τρέξιμο, τα δε γεμάτα χαλάρωση, βουτιές, διάβασμα και γράψιμο (όχι απαραίτητα μ' αυτή τη -χρονική- σειρά).
Απλώς σας το λέω για να μην παραξενευτείτε από τον προσεχή ανισομερή καταμερισμό της μπλογικής μου δραστηριότητας (πώς διάολο το είπα αυτό;...).
Προσκαλεσμένοι, ασφαλώς στην παρουσίαση είστε όλοι. Οι προσκλήσεις στο προσεχές ποστ (λίαν συντόμως).


(Θα με βρείτε και εδώ: http://www.fasoulasonline.com/ -αρκεί να λειτουργήσει κανονικά κάποια στιγμή...)

Παρασκευή, Μαΐου 25, 2007

Στην Αμαλία...

Το πάλεψε το χτικιό, μ' όλη τη δύναμη της πονεμένης ψυχής της...
Το πολέμησε άγρια το χτικιό, σ' όλες του τις μορφές...
Στο τέλος το χτικιό τη νίκησε.
Γιατί αν έχεις να πολεμήσεις μόνο το χτικιό που 'χεις μέσα σου, μπορεί και να τα καταφέρεις.
Αν έχεις όμως να πολεμήσεις και το χτικιό που 'χεις απέναντί σου, το ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ χτικιό, η μάχη είναι άνιση...
Τουλάχιστον η Αμαλία το πάλεψε. Και, προτού σβήσει, άναψε φωτιές, πολλές φωτιές. Που θα μείνουν αναμμένες για καιρό.
Μόνο που το χτικιό, το ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ χτικιό, είναι φτιαγμένο από αντιπυρικό υλικό...

Καλό σου ταξίδι, Αμαλία. Αλαφρύ το χώμα...

Μια "Ψιλικατζού" με...

μαγνητικές ιδιότητες!


Δε θα πω πολλά (δεν το συνηθίζω, άλλωστε, στα βιβλία που προτείνω).
Την "Ψιλικατζού" την ξέρετε, φαντάζομαι, οι πιο πολλοί από σας. Όπως και το ομώνυμο βιβλίο της -που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "IntroBooks".
Εγώ, ομολογώ, μέχρι πρόσφατα την ήξερα μόνο "κατ' όνομα". Πρόσφατα την ανακάλυψα και κατ' ουσίαν. Το ίδιο και το βιβλίο της.
Δεν έχω διαβάσει άλλο καθαρά "μπλογκικό" βιβλίο. Αυτό ήταν το πρώτο μου. Αλλά σίγουρα δε θα 'να το τελευταίο.
"Η Ψιλικατζού" δεν είναι μυθιστόρημα, είναι προσωπικό ημερολόγιο. Αλλά διαβάζεται σαν μυθιστόρημα. Και μάλιστα καλό μυθιστόρημα, πολύ καλό μυθιστόρημα. Διαβάζεται "νεράκι", κατά το κοινώς λεγόμενο. Η αφηγηματική του ροή είναι απλή και συνάμα συναρπαστική, ο λόγος του ζωηρός και κάπου κάπου βίαιος, η πλοκή συγκινητική και συχνά ανατρεπτική.
Αλλά το μεγαλύτερο προσόν το βιβλίου είναι η ιδιότητα της μαγνητικής έλξης που ασκεί πάνω στα μάτια, στα χέρια, στο μυαλό του αναγνώστη. Τουλάχιστον προσωπικά την ένιωσα αυτή την έλξη. Και, ομολογώ, την... καταφχαριστήθηκα. Μέχρι την τελευταία λέξη.
Να 'σαι καλά, Kωνσταντίνα!


(Θα με βρείτε και εδώ: http://www.fasoulasonline.com/)

Δευτέρα, Μαΐου 21, 2007

To πρώτο είναι μοναδικό,
το δεύτερο... μοναδικότερο!


Το 'χω στα χέρια μου κοντά ένα μήνα, αλλά μόλις τις τελευταίες μέρες "απελευθερώθηκε".

Πίστευα ότι το πρώτο είναι μοναδικό, αλλά τώρα βλέπω ότι το δεύτερο είναι ίσως... μοναδικότερο!

Και πολλά άλλα πίστευα, βέβαια. Ότι είχα χειραγωγήσει τη Μοίρα. Αλλά η εκδίκηση (της Μοίρας) είναι ένα πιάτο που σερβίρεται κρύο. Αν και, ομολογώ, είναι... γευστικότατο!

Το οπισθόφυλλο μπορείτε να το δείτε εδώ, περισσότερες λεπτομέρειες εκεί.

Και, όχι, η κυρία στο εξώφυλλο δεν είναι η... Κάθριν Ζέτα Τζόουνς!


(Eπειδή κάποιοι μου παραπονέθηκαν ότι δεν ανοίγει η φωτό με το οπισθόφυλλο, ορίστε το κείμενο:

«…Η μοίρα μου ξεροκατάπιε. Μου φάνηκε συγκινημένη, αλλά υπέθεσα ότι ήταν ιδέα μου. Εκτός κι αν η συγκίνηση είναι μεταφυσικό συναίσθημα. “Κρίμα” είπε τελικά “γιατί δεν πρόκειται να την ξαναδείς”.
Ένας κόμπος ανέβηκε στο λαιμό μου. “Δε θα μου δώσετε μια δεύτερη ευκαιρία;” τη ρώτησα δειλά.
“Μα μόλις σου έδωσα μια δεύτερη ευκαιρία!” μου είπε νευρικά.
“Ναι, αλλά...” Καθάρισα το λαιμό μου. “Κοιτάξτε” έκανα ευγενικά “ξέρω ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις δίνονται συνήθως τρεις ευκαιρίες και…”.
“Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δε δίνεται συνήθως
καμία ευκαιρία! Τζίνι είμαι;”…»

Με λένε Μοίρα. Τον λένε Σταύρο. Και του ’δωσα τρεις ευκαιρίες. Μία συν δύο, δηλαδή. Για ν’ αλλάξει μια -μοιραία, ασφαλώς- απόφασή του. Την πρώτη, εξυπακούεται, τα ’κανε μαντάρα. Τη δεύτερη…
Αλλά, για στάσου, μην έχεις την απαίτηση να τα μάθεις όλα με τη μία. Με τις τρεις κάτι μπορεί να γίνει. Η γνώση είναι πολύτιμο εργαλείο για να σου την προσφέρω έτσι, ελαφρά τη καρδία. Πόσο μάλλον η σοφία. Πάρε για παράδειγμα τον Σταύρο. Τρεις ζωές έζησε, ζωή να ’χει. Τρεις ζωές για ν’ ανακαλύψει τη ζωή του. Και τη γυναίκα της ζωής του.
Εσύ θ’ ανακαλύψεις αν τις ανακάλυψε. Εγώ δε θα σου πω τίποτα. Εξάλλου, είπαμε, με λένε Μοίρα. Και δεν είναι τυχαίο που οι σοφοί πρόγονοί σου με έπλασαν γυναίκα. Είμαι πλάσμα θηλυκό, θηλυκότατο! Μπας και πιστεύεις ότι ήταν τυχάρπαστος αυτός που καθιέρωσε τον όρο «μοιραία γυναίκα»; Και πλέον τον χρησιμοποιούνε όλοι ανεξαιρέτως. Θηλυκοί κι αρσενικοί. Και σερνικοθήλυκοι.
Μοιραία γυναίκα… Είναι σλόγκαν πια, είναι σύνθημα, είναι σύμβολο. Και μη μου πεις ότι έχει την ίδια βαρύτητα ο όρος «μοιραίος άντρας», έτσι;)

YΓ (εκ των υστέρων): Δεν ξέρω τι διάολο γίνεται τις τελευταίες μέρες με το νετ... Όλο και περισσότεροι είν' εκείνοι που μου στέλνουν μέιλ παραπονούμενοι ότι δεν μπορούν ν' ανοίξουν το σάιτ. Δεν ξέρω, αλλά σε μένα ανοίγει μια χαρά. Μήπως η... εκδίκηση της Μοίρας συνεχίζεται;
Τέλος πάντων, θα βάλω κι εδώ τα λινκ για όσους θέλουν να πάρουν μια γεύση από το βιβλίο:
Αν μπείτε σ' αυτά, λογικά θα μπείτε και στα υπόλοιπα τρία)

ΥΓ 2 (εκ των... πιο υστέρων): Το πρόβλημα με το σάιτ αποκαταστάθηκε. Κάποια "ασυμβατότητα", λέει, με ορισμένους μπράουζερ -δεν το πολέψαξα, για να είμαι ειλικρινής.

Παρασκευή, Μαΐου 18, 2007

Συμπαράσταση στον Τσιπρόπουλο,
απάντηση στον Λιακόπουλο!

Tις ψευτομαγκιές του Λιακόπουλου κατά του Τσιπρόπουλου νομίζω τις γνωρίζετε (για τους ανενημέρωτους, αναλυτικές πληροφορίες εδώ).
Ήδη ξεκίνησε η διαδικασία υπογραφών συμπαράστασης στον Αντώνη Τσιπρόπουλο.
Άντε, λοιπόν, τι κάθεστε; Υπογράψτε!

ΥΓ.: Είμαι βέβαιος ότι στο τέλος οι υπογραφές που θα μαζευτούν θα ξεπερνούν κατά πολύ το σύνολο των βιβλίων που πούλησε ή θα πουλήσει ποτέ ο Λιακόπουλος. Αλλά δεν ξέρω αν θα αποδειχτούν αρκετές...


Θα με βρείτε και εδώ: http://www.fasoulasonline.com/)

Πέμπτη, Μαΐου 17, 2007

Στεγανά και υποκουλτούρα: Η σύγχρονη εκδοχή του "Πας μη Έλλην, βάρβαρος"...

Holly... Shit!


Σήμερα θα κοπιάρω, σχεδόν, ένα παλαιότερο ποστ. Δεν είχα σκοπό να το κάνω, αλλά με ανάγκασαν τα σχόλια που διαβάζω συχνά στις ιστοσελίδες τού περιοδικού "Αθηνόραμα", αλλά και ορισμένες -απόλυτες- απόψεις μου συναδέλφων μου, οι οποίοι ασχολούνται με την κριτική κινηματογράφου. Απόψεις και σχόλια κατά το πλείστον απαξιωτικά. Είτε για κάποια συγκεκριμένα είδη αμερικανικών ταινιών (του τύπου "300", για παράδειγμα, ή του τύπου "Painted Veil") είτε για κάποιες αμερικανικές σειρές, στις οποίες επίσης έχω αναφερθεί παλαιότερα. Και όχι τόσο για τις ταινίες και τις σειρές αυτές καθαυτές, όσο κυρίως για τους θεατές τους. Κατά προέκταση, δηλαδή, για μένα που είμαι ένας απ’ αυτούς.
Καθένας, βέβαια, δικαιούται να έχει τις απόψεις του. Ωστόσο, η άποψη, η κρίση, διαμορφώνεται κατόπιν ΓΝΩΣΗΣ. Δεν είναι δυνατόν να κρίνεις κάτι για το οποίο έχεις μαύρα μεσάνυχτα. Αλλά, ως γνωστόν, υπάρχει... εξαπανέκαθεν μια κάστα ανθρώπων που θεωρεί a priori σκουπίδι οτιδήποτε δε συνάδει, θεωρητικά, με τη -συνήθως αυθαίρετη και αβάσιμη- ιδέα που έχουν σχηματίσει οι ίδιοι για το προσωπικό τους «πολιτιστικό υπόβαθρο»…
Για τα κάνω πιο λιανά: Εγώ, σου λέει ο άλλος, είμαι άνθρωπος του πολιτισμού, των γραμμάτων και της τέχνης. Επομένως, είναι καθήκον μου ν’ ακούω για "αμερικάνικη υποκουλτούρα" και να βγάζω αυτομάτως την μπέμπελη…
Το ερώτημα, βεβαίως, που τίθεται εδώ είναι το εξής: Ποιος παράγει τελικά υποκουλτούρα; Ή, έστω, ποιος τη συντηρεί; Αυτός που λανσάρει ένα προϊόν και σου λέει δοκίμασέ το κι άμα γουστάρεις πάρ’ το; Ή αυτός που το απορρίπτει αυθωρεί και παραχρήμα μόνο και μόνο εξαιτίας της προέλευσής του;…
Αντίστοιχα σχόλια υπήρχαν και σε ανάλογο ποστ που είχε ανεβάσει προ καιρού ο Αλέξης Σταμάτης. Κάποιος, μάλιστα, «του την είχε πει» -μεταξύ σοβαρού και αστείου- αναρωτώμενος πώς μπορεί και συνδυάζει τον αγαπημένο του Βισκόντι με το «Prison Break», λόγου χάρη…
Ξέρετε τι μου θυμίζουν όλα αυτά; Τις «κατηγοριοποιήσεις» της δεκαετίας του ’70. Ήσουν «ροκάς», για παράδειγμα; Επιβαλλόταν διά ροπάλου να βουλώνεις τ’ αυτιά σου σε οποιονδήποτε άλλο ήχο!
Με εκνευρίζει αφόρητα η στεγανοποίηση. Το ίδιο συμβαίνει και στο χώρο της λογοτεχνίας. Μου έχει συμβεί και προσωπικά, επανειλημμένα. Κάποιοι με χλεύασαν όταν ομολόγησα (ανερυθρίαστα!) ότι απόλαυσα, ως ένα βαθμό, τον «Κώδικα Ντα Βίντσι», όταν δήλωσα ότι θεωρώ το συγκεκριμένο βιβλίο από τα κορυφαία στην κατηγορία του και το συγγραφέα του μάγκα. Ή, πιο πρόσφατα, κάποια φίλη απόρησε βλέποντάς με στην παραλία να διαβάζω Στίβεν Κινγκ. Αλλά τουλάχιστον αυτή δεν είναι στενοκέφαλη. Της συνέστησα να διαβάσει δυο τρία βιβλία του, τα πήρε, τα διάβασε και απάλλαξε το μυαλό της απ’ τα στεγανά που της είχαν επιβάλει οι αμπελοφιλοσοφίες της ψυτοκουλτούρας…
Για να καταλάβω: τι με εμποδίζει να λατρεύω τον κυνισμό του Ντοστογιέβσκι και παράλληλα να απολαμβάνω τον αποκρυφισμό του Κινγκ; Τι μου απαγορεύει να βουλιάζω στη μαγεία του Αντονιόνι και ταυτόχρονα να διασκεδάζω με τους καταιγιστικούς ρυθμούς του «Heroes»; Τι με καταναγκάζει να θαυμάζω τις παραβολές του Όστερ και από την άλλη να μην περνάω καλά με τις δικολαβίες του Γκρίσαμ; Τι με εκβιάζει να μαγεύομαι με τα πλάνα του Ιναρίτου-Γκονζάλες, αλλά να μην τολμώ να χαθώ μαζί με τους «Lost»;
Τίποτα απολύτως. Γιατί στην τέχνη, γιατί στη λογοτεχνία, δεν υπάρχουν κλισέ, δεν υπάρχουν στάνταρντ, δεν υπάρχουν στεγανά. Γιατί αυτοί που επιβάλλουν τα κλισέ, τα στάνταρντ, τα στεγανά, στην ουσία δεν κάνουν τίποτ’ άλλο παρά να παραφράζουν το αρχαίο φασίζον ρητό «Πας μη Έλλην, βάρβαρος». Το οποίο, στην προκειμένη περίπτωση, θα μπορούσαμε νε το αποδόσσουμε ως «Παν αμερικανικόν, σκουπίδι»…

ΥΓ: Η υποσημείωση ότι είμαι κάθε άλλο παρά φιλοαμερικανός (από πολιτιστικής και, κυρίως, πολιτικής απόψεως) είναι, νομίζω, περιττή...


(Θα με βρείτε και εδώ:
http://www.fasoulasonline.com/)

Τρίτη, Μαΐου 15, 2007

Μια απολαυστική "Βιβλιοθήκη" (και όχι μόνο για βιβλιόφιλους)


Η δημοσιογραφική μου ιδιότητα απέχει παρασάγγας από εκείνη του βιβλιοκριτικού. Η δε -νεόκοπη- συγγραφική μου ιδιότητα κάθε άλλο παρά μου δίνει αυτόματα το χρίσμα του κριτικού άλλων συγγραφέων. Άλλωστε, παρότι φανατικός σινεφίλ και βιβλιόφιλος, ποτέ δε μου άρεσε να γράφω κριτικές βιβλίου και κινηματογράφου. Παρά μόνο να διαβάζω.

Δεν πρόκειται, λοιπόν, να γράψω κριτική για το τελευταίο βιβλίο που διάβασα (μέσα σ΄ένα Σαββατοκύριακο). Θα πω απλώς ότι το απόλαυσα από την πρώτη ως την τελευταία του σελίδα. Και, όσοι δε γνωρίζετε τι εστί Μαμαλούκας, μη νομίζετε ότι "Η Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα" απευθύνεται αποκλειστικά σε φανατικούς βιβλιόφιλους΄ κάθε άλλο. Να είστε βέβαιοι ότι απευθύνεται στο σύνολο του αναγνωστικού φάσματος. Ακριβώς επειδή ο Δημήτρης Μαμαλούκας ξέρει πώς να κεντρίζει το ενδιαφέρον του -όποιου- αναγνώστη του από την πρώτη στιγμή. Και να τη διατηρεί αμείωτη ως το τέλος.

Ομολογώ ότι κι εγώ δεν ήξερα τι εστί Μαμαλούκας. Αλλά... έμαθα. Μέσα σ΄ένα Σαββατοκύριακο. Και, φυσικά, το πρώτο πράγμα που έκανα τη Δευτέρα ήταν ν' αγοράσω και τα υπόλοιπα τρία βιβλία του.

Δημήτρη, να'σαι καλά! Και βιάσου για το πέμπτο!


(Θα με βρείτε και εδώ: http://www.fasoulasonline.com/)

Σάββατο, Μαΐου 12, 2007

Το ερωτηματολόγιο (που μου 'βγαλε την πίστη...)

Με προσκάλεσε ο Μπαμπάκης να απαντήσω στο παρακάτω ερωτηματολόγιο και, τώρα που βρήκα λίγο χρόνο, θα προσπαθήσω να ανταποκριθώ. Τώρα, βέβαια, τι σχέση έχει ο Προυστ με τον (ιπτάμενο) γάιδαρο και την αγαπημένη trashia, αυτό είναι ένα άλλο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί (από τους εμπνευστές του παιγνίου)...
Λοιπόν, φύγαμε:

1. Πετάει ο γάιδαρος;
Έχω δει πολλούς. Μπίζνες κλας, κανονικά.

2. Τι σας κάνει να σηκώνεστε το πρωί;
Το γεγονός ότι δεν μπορώ -πια- να σηκωθώ μεσημέρι.

3. Η μεγαλύτερη μαλακία που έχετε πει σε κάποιον και την έχει πιστέψει;
Ότι δε λέω ποτέ μαλακίες.

4. Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα σας είναι;
Το ψάχνω ακόμα.

5. Το βασικό ελάττωμά σας;
Ότι ακόμα δεν το 'χω βρει (το βασικό γνώρισμα).

6. Σε ποια λάθη δείχνετε τη μεγαλύτερη επιείκεια;
Στα ανθρώπινα.

7. Ποια είναι η πρωτεύουσα του Λιχτενστάιν;
Έχει και πρωτεύουσα;

8. Ποιοι είναι οι ήρωές σας σήμερα;
Ο Χάρης και η Αλίκη, ο Σταύρος και η Λουίζα (μυθιστορήματα γράφω, βρε, ποιους άλλους ήρωες να 'χω;).

9. Το αγαπημένο σας ταξίδι;
Στο θαυμαστό κόσμο των λέξεων.

10. Οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;
Σε διάφορες ηλικιακές φάσεις: Βερν, Δουμάς, Μαλώ, Ουγκώ, Τολστόι, Λουντέμης, Σαμαράκης, Καζαντζάκης, Λ'Αμούρ, Κινγκ, Ντοστογέφσκι, Χεμινγουέι, Μπουκόφσκι, Κόου, Όστερ, Ροθ (και καμιά πενηνταριά ακόμα)

11. Αγαπημένη ταινία;
Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος.

12. Αγαπημένη trashιά;
Hot Stuff - Ντόνα Σάμερ (φανατικός ροκάς γαρ).

13. Χειρότερο τραγούδι όλων των εποχών;
Δεν το έχω ακούσει ακόμα.

14. Τι νοσταλγείτε πιο πολύ απ’ όλα;
Την εποχή που όλα κυλούσαν αργά. Τη εποχή που το Ίντερνετ ήταν επιστημονική φαντασία. Την εποχή που, για ν' αποκτήσεις τηλέφωνο, έπρεπε να περιμένεις μέχρι η αίτησή σου ν' αποκτήσει αρχαιολογική αξία.

15. Κανένα σοκαριστικό μυστικό έχετε;
Έχω.

16. Μόνο αυτό;
Όχι.

17. Πού αναφέρεται ο Βαν Γκογκ ως Βαν Νταμ;
Στην παραπάνω αράδα.

18. Το αγαπημένο σας πτηνό;
Αυτό που δε χέζει πάνω στο καπό του αυτοκινήτου μου κάθε που το πλένω.

19. Αγαπημένος τρόπος θανάτου;
Οποιοσδήποτε! Αρκεί να' ναι ο θάνατος αυτουνού που σκέφτηκε αυτό το ερώτημα...

20. Το αγαπημένο σας ποτό;
Μπιράλ (πάλι η νοσταλγία, ε;).

21. Το αγαπημένο σας φαγητό;
Της παρακείμενης ψησταριάς (μη βαράς, ρε γυναίκα!).

22. Τι απεχθάνεστε περισσότερο απ’ όλα;
Τις λίστες με τα ερωτηματολόγια.

23. Όταν δεν γράφετε, ποια είναι η αγαπημένη σας ασχολία;
Να διαβάζω. Αυτά που γράφω.

24. Ο μεγαλύτερος φόβος σας;
Αυτή τη στιγμή; Ότι, επειδή τραβάει σε μάκρος αυτό το πράμα, δύσκολα θα βρω ξαπλώστρα ελεύθερη στον "Αστέρα".

25. Μεγαλύτερο ψέμα;
Η -αντικειμενική- αλήθεια.

26. Ποιο είναι το μότο σας;
Αγάπα τον πλησίον σου (αρκεί να μη βρωμάν τα χνώτα του).

27. Πώς θα επιθυμούσατε να ζήσετε;
Επ' αόριστον.

28. Εάν συνέβαινε να συναντήσετε τον Θεό, τι θα θέλατε να σας πει;
Να μου διευκρινίσει ποιος απ' όλους είναι.

29. Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεστε αυτόν τον καιρό;
Θολωμένη. Μετά από 29 ερωτήσεις, πώς διάολο να 'ναι;


Λοιπόν, ρίχω το μπαλάκι στον Αναγνώστη, στον Aλέξη Σταμάτη, στη Λεία Βιτάλη και στον Σπύρο Σεραφείμ.
Αντε και... καλά κουράγια!

(Θα με βρείτε και εδώ: http://www.fasoulasonline.com/)

Τετάρτη, Μαΐου 09, 2007

Οι 8 "χρυσοί κανόνες" περί συγγραφής από τον Βόννεγκατ

Στο μπλογκ της Λείας Βιτάλη ανέβηκε πρόσφατα ένα ποστ με τους 8 "χρυσούς κανόνες" περί συγγραφής, όπως τους εξέθεσε ο -προσφάτως εκλιπών- Αμερικανός συγγραφέας Κερτ Βόννεγκατ. Τους αντιγράφω:

1. Χρησιμοποίησε τον χρόνο του κάθε αναγνώστη σου έτσι που να μη νιώθει στο τέλος ότι έχασε τον καιρό του.
2. Χάρισε στον αναγνώστη σου τουλάχιστον έναν ήρωα με τον οποίο να μπορεί να ταυτιστεί.
3. Κάθε ήρωας πρέπει να επιζητά κάτι, ακόμη και αν πρόκειται για ένα ποτήρι νερό.
4. Κάθε πρόταση πρέπει να αποκαλύπτει κάτι σε σχέση με τον χαρακτήρα ή τη δράση.
5. Ξεκίνα να γράφεις έχοντας στο μυαλό σου το τέλος.
6. Να είσαι σαδιστής. Δεν έχει σημασία αν είναι καλοί ή αθώοι οι ήρωές σου. Κανε τους να πάθουν τα χειρότερα ώστε ο αναγνώστης να διαπιστώσει τα όριά τους.
7. Πρέπει να ικανοποιείς μόνον ένα όταν γράφεις. Σαν να κάνεις έρωτα μπροστά σε αναοιχτό παράθυρο με τον κόσμο και η ιστορία σου να αρπάζει πνευμονία.(!)
8. Δίνε στον αναγνώστη σου όσες περισότερες πληροφορίες μπορείς. Ο αναγνώστης πρέπει να έχει πλήρη εικόνα του τι τρέχει, πού και πότε, ώστε να μπορεί ο ίδιος με τη φαντασία του να ολοκληρώσει την ιστορία.

Λοιπόν, σαφώς και δεν είμαι εγώ αυτός που θα αμφισβητήσει κοτζάμ Βόνεγκατ και τα "αξιώματα συγγραφής" του. Ωστόσο, νομίζω ότι ο κάθε συγγραφέας ακολουθεί τους δικούς του κανόνες. Κι εξάλλου, είπαμε, στην ουσία ο καθένας από μας δεν κάνει ουσιαστικά τίποτ' άλλο παρά να βγάζει "ψυχώσεις κι εμμονές" στο χαρτί. Όταν μου το είχε πρωτοπεί αυτό ο μέντοράς μου, ο Μάνος Κοντολέων, σαν κάπου να ενοχλήθηκα... Αλλά στην πορεία συνειδητοποίησα πόσο δίκιο είχε...
Ν' απομονώσουμε κάποιους από τους 8 κανόνες; Λοιπόν, τους 1, 2,6, για παράδειγμα, μπορώ να πω πως τους χρησιμοποιώ -όχι συνειδητά, την ώρα που γράφω δηλαδή, αλλά εκ του αποτελέσματος κρίνοντας. Τον 5, από την άλλη, τον θεωρώ ιδιαίτερα περιοριστικό -για να μην πω... αγχωτικό. Τόσο στο πρώτο, όσο και στο δεύτερο βιβλίο μου, ξεκινώντας να γράφω είχα απλώς μια "υποψία" για το τέλος. Και τις δύο φορές, μου προέκυψε ξαφνικά, σε ανύποπτη φάση, την ώρα που έγραφα. Το ίδιο μου συμβαίνει και στο τρίτο. Έχω φτάσει στη μέση κι ακόμα το τέλος δεν έχει αποκτήσει σάρκα και οστά μες στο μυαλό μου. Όσο για τον 8, καλές οι πληροφορίες, αλλά όχι να φτάσουμε και στο σημείο της παροιμίας "είπαν του λωλού..." Η "υπερφόρτωση" πληροφοριών νομίζω ότι κουράζει τον αναγνώστη και πλατιάζει το κείμενο.
Συμπερασματικά, καλοί είναι οι κανόνες στη λογοτεχνία, αλλά προσωπικά προτιμώ τους... μη κανόνες!

Δευτέρα, Μαΐου 07, 2007

Όταν το Κύπελλο σηκώσω... (και... παλάβωσα!)

...επειδή το Σάββατο στενοχωρήθηκα περισσότερο απ' όσο περίμενα (παρεμπιπτόντως, το άκουσα κι αυτό από την άκρατη γλώσσα του τηλεσχολιαστή: ότι ο Βόλος... συνορεύει με τη Λάρισα! -ναι, έχουνε βάλει και φυλάκια...)...

...επειδή το τέταρτο είναι πιο γλυκό...

...επειδή, απλώς, το αίμα νερό δεν γίνεται...

...και επειδή, εν τέλει, μάλλον παλάβωσα (όπως επέτασσε το γνωστό σύνθημα)...

... ιδού, λοιπόν, το τέταρτο:



Άντε, και του χρόνου (θα είν' ωραία, με το πέμπτο για παρέα!)

ΥΓ: Τον -καταπληκτικό παιχταρά- Θοδωρή Παπαλουκά δεν τον έβριζαν όλοι. Ειδικά την ώρα της απονομής οι περισσότεροι τον χειροκρότησαν θερμά. Δυστυχώς, όμως, τα "γιούχα" είναι πιο ηχηρά από τα παλαμάκια...

Τετάρτη, Μαΐου 02, 2007

Η πρώτη λέξη...


Με την ευκαιρία της πρώτης λεξούλας που είπε η κοράκλα αδερφικού μου φίλου, το αφιερώνω εξαιρετικά σε όλους τους -επίδοξους ή μη- χαζομπαμπάδες (και χαζομαμάδες -ποιος είπε ότι είναι αδόκιμη η έκφραση;):


" (...) Στην ξέφρενη πορεία της από το σπίτι ως το μαγαζί, η Μαρίνα έκανε τον τελάλη. Είχε ενημερώσει όλο τον κόσμο ότι το παιδί μίλησε. Ο μόνος που την πίστεψε ήταν ο άντρας της. Πού να το χωρέσει ο νους του ότι είναι απίθανο να έχει μιλήσει ένα μωρό οχτώ μηνών... Ίσα ίσα, για κείνον αποτελούσε έκπληξη τεραστίων διαστάσεων το γεγονός ότι ο γιος του δεν είχε μιλήσει ακόμα. Από τη μέρα που η γυναίκα του είχε μείνει έγκυος, ο Κώστας έστηνε καθημερινά αυτί στην κοιλιά της, μπας και μ’ ακούσει να του τραγουδάω κάνα τσάμικο.
«Τι είπες; Μίλησε; Είσαι σίγουρη;» ρώτησε τη Μαρίνα.
«Ναι, ναι, είμαι σίγουρη! Το παιδί μίλησε!» επανέλαβε η μάνα μου τρέμοντας – από το κρύο και τη συγκίνηση.
Ο Κώστας φόρεσε το παλτό του βιαστικά κι έφυγε τρέχοντας για το σπίτι. Από τη βιασύνη και την αγωνία του λίγο έλειψε να μπουκάρει από το παράθυρο, μια και η πόρτα, ως συνήθως, είχε μαγκώσει. «Πού θα πάει, δε θα πάρω δικό μου σπίτι;» μουρμούρισε κι έσπρωξε με όλη του τη δύναμη. Η πόρτα υποχώρησε΄ όχι απ’ το πλάι, αλλά από πάνω. Χαμπάρι δεν πήρε ο Κώστας. Όρμησε σαν σίφουνας στο δωμάτιό μου –όχι ότι ήταν κατάδικό μου, λέμε τώρα– και με ξύπνησε πάνω που ετοιμαζόμουν να γλείψω ένα γλειφιντζούρι ίσα με το καμπαναριό. Μ’ άρπαξε λες κι ήμουν άψυχη κούκλα, κοιτώντας με άπληστα στο στόμα. Εγώ τον κοίταξα νυσταγμένα κι έκανα κάτι που το ήξερα καλά, ο μπαγάσας: Σούφρωσα ναζιάρικα τα χειλάκια μου, σχηματίζοντας ένα ασύλληπτο χαμόγελο που ήξερα ότι τρελαίνει αυτόν το μυστήριο τύπο με την τραγιάσκα, ο οποίος, απ’ ό,τι έλεγε η μαμά, ήταν ο μπαμπάς μου.
Για μερικά δευτερόλεπτα δε μίλησε κανείς' ούτε καν εγώ, γεμίζοντας απογοήτευση τον πατέρα μου, που αποφάσισε να μου απευθύνει το λόγο: «Πες το, αγόρι μου, πες το! Έλα, πάμε μαζί. Μπα-μπά!»
Ναι, μη φας... Σιγά μην του ’κανα το χατίρι αμέσως. Η μοναδική αντίδρασή μου ήταν να αρπάξω το Προ-πο από το τσεπάκι της καμπαρτίνας του μπα-μπά και να το κάνω μπαλάκι ανάμεσα στα παχουλά και επιδέξια χεράκια μου.
«Λέει τ’ όνομά του!».
Μέχρι να συνειδητοποιήσει ο Κώστας ότι αυτός που είχε μιλήσει δεν ήμουν εγώ, αλλά η κουνιάδα του κόντεψε να μου μείνει στα χέρια. Μόλις επέστρεψε στην πεζή πραγματικότητα, στράφηκε αργά αργά στην Ελευθερία και την κοίταξε γεμάτος απορία. «Τι πράμα;»
«Λέει τ’ όνομά του» επανέλαβε εκείνη. Και για να αποδείξει του λόγου της το αληθές, με κοίταξε μ’ αυτό το ηλίθιο βλέμμα που κοιτάνε οι μεγάλοι τα μωρά και με ρώτησε: «Πώς σε λένε, μωρό μου;».
Αρνήθηκα εκ νέου ν’ ανταποκριθώ στην πρόκληση του ερωτήματος. Μόνο άπλωσα ξανά τα χεράκια μου, γράπωσα δυο τούφες από τα μαλλιά του μπα-μπά κι έσκασα στα γέλια, χαζεύοντας την πονεμένη του γκριμάτσα.
«Πώς σε λένε, αγόρι μου;». Σειρά του Κώστα και πάλι.
Τι σου είναι αυτοί οι μεγάλοι, ε; Ασφαλώς και δεν υπέκυψα στις νέες πιέσεις. Κι άρχισα ν’ ασχολούμαι με άλλες τρίχες, αυτές που πετάγονταν μέσα από τη μύτη του μπα-μπά. Κι έτσι η συλλογή μου πλουτίστηκε, αφού διέθετα πλέον δύο διαφορετικά είδη: και ίσιες και κατσαρές.
«Πώς σε λένε, γιόκα μου;». Ίδια η ερώτηση, άλλη η φωνή. Μια φωνή μελιστάλαχτη' μια ερώτηση βραχνή, λαχανιασμένη, βγαλμένη μέσα από την ψυχή της μάνας μου που μόλις είχε μπει τρεχάτη στο δωμάτιο.
«Χάλη».
Ή κάπως έτσι, εν πάση περιπτώσει. Η ουσία είναι ότι η πολυπόθητη κουβεντούλα είχε βγει από το στόμα μου. Ο Κώστας έμεινε με το στόμα ανοιχτό, με αποτέλεσμα να δεχτεί τη σφοδρή εισβολή ενός μικροκαμωμένου αντίχειρα που ικανοποιήθηκε μόνο όταν καρφώθηκε στο πίσω μέρος του ουρανίσκου. Όμως ο μπαμπάς ήταν πια πολύ συγκινημένος για να αισθανθεί πόνο.
Το παιδί μίλησε!
Ακόμα κι εκείνος δε θα μπορούσε να έχει την απαίτηση από ένα μωράκι οχτώ μηνών να προφέρει σωστά το ρο. Πού να ’ξερε, βέβαια, ότι το ρο θα παρέμενε λάμδα επί τέσσερα συναπτά έτη...(...)"


(Απόσπασμα από το 1ο κεφάλαιο του βιβλίου "Ο Έρωτας δεν κάνει για Πιλότος")