Κεφάλαιο 7ο: ΣΧΟΛΕΙΟ (Α' ΜΕΡΟΣ)
Χρόνια πολλά σε όλους και ευχαριστώ θερμά για τις ηλεκτρονικές ευχές. :)
Συνεχίζουμε με το πρώτο μέρος του 7ου κεφαλαίου. Ο μικρός Χάρης έφτασε επιτέλους σε ηλικία σχολική. Αλλά είναι αυτό για καλό; Ή μήπως για κακό;
To σκεπτικό του εγχειρήματος θα το βρείτε εδώ, ενώ στα παρακάτω λινκ μπορείτε να διαβάσετε:
* την εισαγωγή
* το 1ο κεφάλαιο (αποσπάσματα)
* το 2ο κεφάλαιο (αποσπάσματα)
* το 3ο κεφάλαιο (αποσπάσματα)
* το 4ο κεφάλαιο (αποσπάσματα)
* το 5ο κεφάλαιο (αποσπάσματα)
* το 6ο κεφάλαιο (Α' μέρος)
* το 6ο κεφάλαιο (Β' μέρος)
ΗΞΕΡΑ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΣΕΞ. Από το καλοκαίρι του 2004, που είχα ακούσει κείνα τα μυστήρια για το θηρίο (και για τα δυο κεφάλια, θυμάστε), είχαν περάσει δυο ολόκληρα χρόνια. Και μέσα σε δυο χρόνια, μαθαίνεις πολλά πράγματα σ’ αυτήν την ηλικία. Άσε που είχαν μεσολαβήσει και δυο χρονιές στο νηπιαγωγείο. Σιγά, βέβαια, μη βασιζόμουν στο νηπιαγωγείο. Η δασκάλα μάς είχε ζωγραφίσει στον πίνακα κάτι άσπρα διαβολάκια με κέρατα που κολυμπούσαν σβέλτα προς κάτι σαν ωοειδές σχήμα που ’φερνε σε φασόλι, μας είχε πει και κάτι αηδίες για τον Σπερμούλη που ήταν ερωτευμένος με την Αυγουλίτσα, αλλά αυτά ήταν σαχλαμάρες για μωρά. Οι εγκυκλοπαίδειες του μπαμπά μου έμαθαν πολύ περισσότερα πράγματα, με έμπασαν στην ουσία του θέματος. Και κυρίως κάτι παλιά, ξεφτισμένα και ξεβαμμένα τεύχη ενός περιοδικού -ή κάτι σαν περιοδικού- που τα φύλαγε ο μπαμπάς στη βιβλιοθήκη του γραφείου του ως κόρη οφθαλμού. Σεξουαλική Αγωγή, ήταν ο τίτλος τους. Της εποχής του θα πρέπει να ’ταν.
Φυσικά, με το που μελέτησα στη ζούλα τα κεφάλαια για αρχαρίους, κατάλαβα με τη μία τι ακριβώς πρόβλημα είχε ο μπαμπάς. Σεξουαλική ανικανότητα, ήταν η επιστημονική ορολογία. Και η λαϊκή δεν του σηκωνόταν. Βαρύς κι ασήκωτος, επί το πλέον λαϊκότερον Αλλά ο μπαμπάς δεν ανησυχούσε. Πίστευε -ήταν σίγουρος- ότι κάποια στιγμή το θηρίο θα ξυπνούσε. Κι όσο δεν ανησυχούσε ο μπαμπάς, δεν ανησυχούσα κι εγώ.
Ούτε για τον εαυτό μου ανησυχούσα. Τελευταία είχε αρχίσει να ξυπνάει και το δικό μου θηρίο (εκκολαπτόμενο θηρίο, για την ακρίβεια, αλλά, πού θα πήγαινε, θα ωρίμαζε κι αυτό). Παρ’ όλα αυτά, όμως, παρ’ όλο που είχα ανακαλύψει και το δικό μου θηριάκι, παρ’ όλο που ήξερα απ’ έξω κι ανακατωτά τη θεωρία , θεωρούσα εαυτόν ανώριμο ακόμα για την πράξη. Μια πράξη, πάντως, που ήξερα καλά πώς γινόταν. Την είχα παρακολουθήσει, και μάλιστα δυο φορές. Την πρώτη την είχε πάρει το μάτι μου φευγαλέα, ένα βράδυ που έκανα ζάπινγκ κι ο μπαμπάς είχε ξεχάσει ξεκλείδωτο τον αποκωδικοποιητή της Νόβα. Και τη δεύτερη από την κλειδαρότρυπα της κρεβατοκάμαρας των φιλοξενουμένων, που φιλοξενούσε τη θεία Λίνα και το θείο Ηλία κάθε που έρχονταν από το χωριό στην Αθήνα. Ντρέπομαι που το ομολογώ, αλλά από την άλλη δε νομίζω να υπήρξε ποτέ παιδί που να μην έχει κάνει μπανιστήρι στους γονείς του. Και επειδή εγώ ήταν πρακτικά αδύνατον να κάνω μπανιστήρι στους γονείς μου, έκανα μπανιστήρι στους θείους μου -που δεν ήταν ακριβώς θείοι μου, οπότε δεν είχα κανέναν απολύτως λόγο να αισθάνομαι τύψεις.
Ήξερα, λοιπόν, τα πάντα γύρω από το σεξ. Κι όμως, τη στιγμή που άκουσα τη λέξη να βγαίνει από το στόμα της Αννούλας, ένιωσα ένα άνευ προηγουμένου σοκ να με τυλίγει. Κοκκίνισα, χλόμιασα, κιτρίνισα, άλλαξα χίλια χρώματα. Και φυσικά δεν είπα κουβέντα. Και φυσικά η Αννούλα το διασκέδαζε.
«Τι συμβαίνει, Χαρούλη;» σάρκασε. «Δεν την έχεις ξανακούσει τη λέξη;»
«Φυσικά και την έχω ξανακούσει!» Ξαναβρήκα τι λαλιά μου. Μεγάλη υπόθεση ο σαρκασμός. Σου ξυπνάει το θυμό. Και τη ναρκωμένη λαλιά.
«Ναι, φυσικά και την έχεις ξανακούσει, αυτό δα έλειπε, πέντε λεπτά τηλεόραση να δεις, θα την ακούσεις καμιά δεκαριά φορές. Αλλά σίγουρα δεν ξέρεις τι σημαίνει».
«Φυσικά και ξέρω τι σημαίνει!»
«Τότε;» Με κοιτούσε ειρωνικά και υποτιμητικά. Κι αυτό το τελευταίο μ’ ενοχλούσε πολύ περισσότερο από το πρώτο.
«Εεε… να… κοίτα…» ψέλλισα «ξέρω τι σημαίνει… αλλά… να… νομίζω ότι… ότι είμαι… είμαι μικρός για…»
«Δε σου σηκώνεται;»
Κι αυτό ήξερα τι σημαίνει, σας το είπα, κι όχι απλώς το ήξερα, το είχα νιώσει, και μάλιστα κάμποσες φορές. Αλλά όχι αυτή τη φορά.
«Δεν… δεν…» Σκατά τα είχα κάνει.
«Τι ‘‘δεν… δεν’’;» με μιμήθηκε ειρωνικά. «Σου σηκώνεται ή όχι;»
«Μου… μου σ… μου σηκ…» Δεν τολμούσα να το προφέρω. Καθάρισα το λαιμό μου κι αποφάσισα να ξαναβρώ την ψυχραιμία μου. Όσο αυτό ήταν εφικτό, κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες. «Κοίτα, Αννούλα…»
«Και πάψε να με λες Αννούλα!» κραύγασε.
«Πώς να σε λέω;» απόρησα.
«Άννα. Σκέτο, χωρίς υποκοριστικά και μαλακίες. Εσύ μπορεί να είσαι Χαρούλης, αλλά εσύ είσαι μικρούλης! Εγώ είμαι δώδεκα χρονών!» είπε με έπαρση.
Αποφάσισα να πάω με τα νερά της. «Κοίτα, Άννα, νομίζω… εεε… νομίζω ότι είμαστε ακόμα μικροί για…»
«Εσύ είσαι μικρός! Να μιλάς για λογαριασμό σου!»
«Μα νομίζω ότι κι εσύ είσαι μικρή ακόμα για…»
«Μικρό είν’ το μάτι σου!» Κι ύστερα με κοίταξε χαμηλά. «Και το πουλί σου» συμπλήρωσε.
Πήγα κάτι να πω, μα με πρόλαβε,. Κι έβαλε ξαφνικά τα γέλια. «Καλά, το πίστεψες;» με ρώτησε.
«Ποιο πράγμα;»
«Ότι θα έκανα σεξ μαζί σου. Σιγά μη χαράμιζα την παρθενιά για πάρτη σου!» Σαν να το ξανασκέφτηκε, διόρθωσε τον εαυτό της. «Αλλά τι λέω! Ακόμα και να μου τον έβαζες, σιγά μην έφτανε μέχρι τον υμένα!» Κι έπειτα ξέσπασε ξανά σε τρανταχτά γέλια.
Για να είμαι ειλικρινής, αυτό το τελευταίο δεν το πολυκατάλαβα. Αλλά δε μου έδωσε το χρόνο να το σκεφτώ. Ξαναμίλησε. Πιο ήρεμα αυτή τη φορά.
«Το πρώτο πήδημα είναι το παν, Χαρούλη. Το πρώτο πήδημα είναι ιερό!»
Της Γριάς το Πήδημα (που μάλλον δε θα ήταν το πρώτο της, υποθέτω) θεωρείται η ωραιότερη παραλία της Άνδρου. Δεν απέχει και πολύ από το Μπατσί, όπου βρισκόταν το εξοχικό των γονιών της Αννούλας (της Άννας). Εκεί πήγαμε για μπάνιο την επόμενη μέρα. Για την ακρίβεια, εκεί πηγαίναμε για μπάνιο σχεδόν κάθε μέρα. Στης Γριάς το Πήδημα. Όμως της Αννούλας (της Άννας) το πήδημα, θα αργούσε πολύ ακόμα. Προς το παρόν, βολευόταν στης Γριάς το Πήδημα, ξεροσταλιάζοντας με τις ώρες κάτω από τον καυτό ήλιο, για να πάρει χρώμα. Κι εγώ ξεροστάλιαζα κάτω από τον καυτό ήλιο, μολονότι είχα πάρει ήδη χρώμα, για να βλέπω εκείνη να παίρνει χρώμα. Ώσπου πέρασε το εικοσαήμερο και γυρίσαμε στην Αθήνα, πέρασε ο Αύγουστος και μπήκε ο Σεπτέμβρης, πέρασε και το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτέμβρη και πήγαμε σχολείο. Εγώ στην πρώτη δημοτικού. Και η Άννα στην πρώτη γυμνασίου.
Τόση ήταν και η διαφορά ηλικίας μας. Ένα ολόκληρο εξατάξιο σχολείο μάς χώριζε. Ωστόσο η διαφορά ήταν πλασματική, εικονική. Για την ακρίβεια ήταν μικρότερη, πολύ μικρότερη. Η Άννα είχε γεννηθεί Δεκέμβρη του ’94 και είχε κερδίσει χρονιά για κάτι μέρες. Κι εγώ είχα γεννηθεί Φλεβάρη του 2000 και είχα χάσει χρονιά για ενάμιση μήνα. Στην ουσία, δηλαδή, μου ’ριχνε μόλις πέντε χρόνια. Και δυο μήνες.
Συνέχισα να τη βλέπω, αραιά και πού. Ο μπαμπάς εξακολουθούσε να συχνάζει στο βιβλιοπωλείο, αλλά σπάνια μ’ έπαιρνε μαζί του. Βλέπετε, τώρα είχα υποχρεώσεις. Σιγά τις υποχρεώσεις, δηλαδή. Όλα αυτά που μας έλεγε ο δάσκαλος στο σχολείο, εγώ τα ήξερα ήδη. Και βαριόμουν αφόρητα. Στην αρχή ασχολιόμουν με τις εργασίες μου στο σπίτι και τις τέλειωνα μέσα σε πέντε λεπτά, αλλά σύντομα τις βαρέθηκα κι αυτές. Κι άρχισα να παρακαλάω τον μπαμπά να με παίρνει πιο συχνά μαζί του στο βιβλιοπωλείο για να διαλύω την ανία μου.
Όσες φορές μου έκανε το χατίρι, η διαδικασία ήταν περίπου η ίδια: έβγαινα από το τζιπ πριν από τον μπαμπά και, μέχρι να τον τακτοποιήσει ο Αποστόλης πάνω στο καροτσάκι, έριχνα μια ματιά στην καταξεσκισμένη τέντα, ύστερα σήκωνα το βλέμμα στον τελευταίο όροφο της γυάλινης πολυκατοικίας και χάζευα το παράθυρο. Η έλξη που ασκούσε πάνω μου δεν είχε μειωθεί στο ελάχιστο, αντίθετα μπορώ να πω ότι αυξανόταν. Η έλξη της αβύσσου… Αισθανόμουν κάτι σαν déjà vu, λες και η άβυσσος ήταν κάποτε το σπίτι μου, η πατρίδα μου, η μήτρα της ύπαρξής μου… Πάνω, όμως, που ένιωθα να εισέρχομαι στο πρώτο στάδιο της ύπνωσης, ο μπαμπάς μου ’ριχνε μια πατρική σφαλιάρα στην πλάτη, έβαζε πρώτη και χωνόταν στο βιβλιοπωλείο. Κι εγώ τίναζα το κεφάλι μου και τον ακολουθούσα. Με την ελπίδα ότι η θέα που θα αντίκριζα μέσα από την πόρτα θα ήταν ελκυστικότερη από τη θέα του παράθυρου. Αλλά η Άννα δεν ήταν εκεί΄ ποτέ δεν ήταν εκεί. Τουλάχιστον όσες φορές πήγαινα εγώ στο βιβλιοπωλείο. Τη μόνη Άννα που έβλεπα πάντα φάτσα κάρτα μπαίνοντας μέσα ήταν η Άννα Φρανκ και το Ημερολόγιό της. Ήταν εδώ και μερικούς μήνες ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία και είχα ζητήσει από τον κυρ Γιάννη να το έχει πάντα σε περίοπτη θέση. Κι εκείνος δε μου χάλαγε ποτέ χατίρι. Κι επειδή με ήξερε καλά, ασφαλώς και δεν απορούσε για την ξαφνική αναγνωστική μου μεταστροφή. Από τον Ιούλιο Βερν και τον Φιλέας Φογκ στην Άννα Φρανκ και το Ημερολόγιό της. Και από τον Τσαρλς Ντίκενς και τον Όλιβερ Τουίστ στον Τσαρλς Μπουκόφσκι και τον Πορνόγερο Χανκ. Σ’ αυτόν τον τελευταίο όφειλα το μεγαλύτερο κομμάτι από τον πλούτο των σεξουαλικών γνώσεων που με είχαν κατακλύσει τελευταία.
Όμως το μόνιμο, το μοναδικό αντικείμενο των καθημερινών σεξουαλικών μου φαντασιώσεων δεν ήταν ποτέ εκεί. Βέβαια, βρεθήκαμε πέντ’ - έξι φορές στη διάρκεια εκείνης της χρονιάς, πότε στο σπίτι μου και πότε στο δικό της. Οι γονείς μας είχαν γίνει κολλητοί και αντάλλασσαν συχνά επισκέψεις και τραπεζώματα. Όμως σε κανένα απ’ αυτά τα λουκούλλεια γεύματα -και δείπνα- δεν κατόρθωσα να την απομονώσω. Όχι, δηλαδή, ότι το επιχείρησα με ιδιαίτερο ζήλο. Άλλωστε, δε μου έδινε τον αέρα. Κι όσες φορές πήγαινα να τον πάρω από μόνος μου, μου τον έκοβε. Για να γίνω πιο σαφής, με αγνοούσε παντελώς. Μπροστά στους δικούς της, βέβαια, εξακολουθούσε να το παίζει ευγενέστατη και χαμηλοβλεπούσα, μα κάθε που ξέφευγε λιγάκι από το γονικό έλεγχο γινόταν ατίθαση, φαρμακόγλωσσα, επιθετική. Κανονική μεταμόρφωση. Ντόκτορ Τζέκιλ και μίσις Χάιντ. Αν και εγώ θα την προτιμούσα μίσις Ρόμπινσον.
12 σχόλια:
Γεια σου Χρήστο και χρόνια πολλά. Συναρπαστικός ο κόσμος του μικρού όπου μας ταξιδεύεις. Έχω καιρό να επικοινωνίσω μαζύ σου αλλά να ξερεις πως σε παρακολουθώ.
Συνέχισε έτσι!...
Τσε, χρόνια πολλά. Χαίρομαι που είσαι ξανά εδώ. Αλήθεια, πού εξαφανίστηκες τόσον καιρό;
Διαβολοκόριτσο η μικρή!
Στ' αλήθεια "εκπαιδεύουν" τα παιδάκια στο νηπιαγωγείο όπως περιγράφεις;
@ dodos
Επί λέξει! Τουλάχιστον στο νηπιαγωγείο που πήγαινε η κόρη μου
Δουλειές Χρήστο μου, δουλειές! Οι οποίες τελειωμό δεν έχουν...
Καλή χρονιά, με υγεία, καλή διάθεση και πολλή φαντασία!
Ευχαριστώ, Ντόντο, ανταποδίδω!
Καλή χρονιά σε όλους!
:)
Καλή Χρονιά Χρήστο!
Με υγεία, αγάπη, και έμπνευση!
Να είσαι καλά :)
Και σε σένα, πασχαλίτσα, να 'σαι καλά
:)
ευχές για μια χρονιά πάνω απ'όλα γεμάτη υγεία και αγάπη στην οικογένειά σου αλλά και γεμάτη δημιουργία...
καλή χρονιά.
Αλεξάνδρα μου, καλή και δημιουργική χρονιά! :)
Καλή χρονιά Χρήστο μου και καλές εμπνεύσεις!
Υπάρχει πράγματι τέτοια παραλία ή είναι της φαντασίας σου; Και λένε οι τουρίστες πάμε για μπάνιο στο Πήδημα της γριάς; Αν είναι αλήθεια, έχει πλάκα!
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα