"Εγγεγραμμένοι... Έλαβον..."
Ούτε σ’ αυτές τις εκλογές, φυσικά, έχασε κανείς. Όλοι κέρδισαν.
Κι εμείς κερδίσαμε. Οι απέχοντες. Πρωτοφανές, λέει, το ποσοστό της αποχής. Αλλά, προσωπικά, δε θεωρώ εαυτόν κερδισμένο. Ποτέ δεν τον θεώρησα. Κι ούτε πρόκειται να τον θεωρήσω. Είτε ψηφίσω είτε δεν ψηφίσω.
Θυμάμαι σαν τώρα τις πρώτες εκλογές που ψήφισα: το ’81. Καθώς επίσης και τις πρώτες εκλογές που αψήφησα: το ’90. Σημαδιακές, και οι δύο. Όχι τόσο για τις αλλαγές που έφεραν ή δεν έφεραν στο πολιτικό σκηνικό, αλλά για τις ξεχωριστές αναμνήσεις που κατάφεραν να μου χαρίσουν.
Σου μένει στο μυαλό, θες δε θες, όλο αυτό το κλίμα. Οι ένρινες ατάκες του Καραμανλή (που τις επαναλάμβανε πέντ’ έξι φορές μπας και τις πιάσουν οι παραληρούντες συγκεντρωμένοι), τα βροντερά μπινελίκια του Παπανδρέου (του πατρός, ασφαλώς -ο υιός αποτελεί παροιμιώδη εξαίρεση της παροιμίας «το μήλο πέφτει κάτω απ’ τη μηλιά»), οι ευγενείς γητογείες (ρητορείες πάει να πει αυτό) του Ράλλη, οι εξαρθρώσεις ωμοπλάτης του Μητσοτάκη, η πολωμένη ατμόσφαιρα, τα στολισμένα σαν πολύχρωμες μπομπονιέρες πούλμαν τα Καλλιμάρμαρο, οι αλχημείες του Μπιρσίμ στις συγκεντρώσεις…
Και, κυρίως, οι τηλεοπτικές εκλογές. Από το κλασικό «Εγγεγραμμένοι…- Έλαβον…» ως τα exit polls και από τον Χούντα ως τον Νικολακόπουλο…
Μέσα από το πρώτο μου βιβλίο -και εν μέρει από το δεύτερο- προσπάθησα να καταγράψω την ένταση των εκλογικών αναμνήσεων. Δεν ξέρω αν τα κατάφερα. Τουλάχιστον, πάντως, έβγαλα το άχτι μου, ρε παιδί μου!
Τα δύο παρακάτω αποσπάσματα αναφέρονται στις δύο σημαντικότερες μεταπολιτευτικές εκλογικές αναμετρήσεις. Εντάξει, δεν ήταν δύο ακριβώς, ήταν τέσσερις. Μία για την περιβόητη «Αλλαγή». Και τρεις για τη λεγόμενη «Απαλλαγή»…
Εκλογές ’81
«(…) Νέκρα… Το συνειδητοποίησα μόλις κάθισα στην αγαπημένη μου γωνία, στον καναπέ. Ο μοναδικός ήχος που ακουγόταν ήταν η φωνή του εκφωνητή στην τηλεόραση, ο οποίος ανήγγειλε με στόμφο ότι σε λίγα λεπτά θα ξεκινήσει η παρουσίαση των πρώτων επίσημων αποτελεσμάτων (την εποχή εκείνη τα exit polls ήταν ακόμα επιστημονική φαντασία κι οι εκλογολόγοι άνεργοι). (…)
« (…) Ο κυρ Χρήστος γύρισε με δυο μπίρες και γέμισε τα ποτήρια. Τσουγκρίσαμε δίχως να πούμε λέξη. Και ξαφνικά ανέβηκε στο βήμα.
«Που λες, Χαρούλη, ο Αντρέας θα τους πάρει και τα σώβρακα! Ο γυαλάκιας θα τρέχει και δε θα φτάνει. ‘‘Δε θέλω ουου, δε θέλω ουου…’’. Ου να μου χαθεί, κι αυτός κι όλοι οι ρεμπεσκέδες! Άιντε, καιρός ήτανε με τους απατεώνες που ρημάξανε τη χώρα! Τώρα που ο Ανδρέας θα κάνει την αλλαγή και θα φέρει το σοσιαλισμό…»
Το ’λεγε και το πίστευε, ο φουκαράς... Τόσο πολύ είχε παθιαστεί με το λόγο που έβγαζε, ώστε ξέχασε για ποιο σκοπό ήμουν εκεί. Μπορεί και να είχε αρχίσει να πιστεύει ότι πήγα σπίτι του για να τσουγκρίσουμε τα ποτήρια στην υγειά του σοσιαλισμού που όλο ερχόταν σ’ αυτό τον τόπο κι όλο στον τόπο έμενε. Πού να τον άκουγε ο πατέρας μου… Κάποτε στη Γερμανία σχεδίαζαν οι δυο τους σφυροδρέπανα πάνω στις χαρτοπετσέτες των ελληνικών ρεστοράν, μια και ήταν κοινή η πεποίθησή τους ότι ο σοσιαλισμός είχε χρώμα κόκκινο. Και ύστερα από μερικά χρόνια ο κυρ Χρήστος έσκισε τις χαρτοπετσέτες με τα κόκκινα σφυροδρέπανα κι άρχισε να σχεδιάζει πράσινους ήλιους –και πράσινα άλογα. Είχε κουραστεί πια να περιμένει πότε επιτέλους θα το πάρουν απόφαση οι προλετάριοι όλου του κόσμου να ενωθούν. Προσδοκούσε μια πιο άμεση, μια εδώ και τώρα σοσιαλιστική μεταρρύθμιση, οπότε επόμενο ήταν να πάθει βαριάς μορφής αχρωματοψία. Όπως άλλωστε κι η μισή Ελλάδα εκείνη τη χρονιά.
Είχα παρασυρθεί τόσο πολύ από την έπαρση του αγορητή, που παρά λίγο να ξεχάσω κι εγώ το σκοπό της επίσκεψής μου. Μόνο όταν η τηλεόραση μετέδωσε τα αποτελέσματα του δύο τα εκατό της επικράτειας, συνειδητοποίησα ότι η ενδελεχής πολιτική ανάλυση του κυρ Χρήστου είχε κρατήσει κάμποση ώρα.
«Εγγεγραμμένοι: 141.536. Ψήφισαν: 112.722. Άκυρα - λευκά:1.153. Έλαβον…»
Ο κυρ Χρήστος αλύχτησε θριαμβευτικά. Κι ύστερα πήδηξε πάνω στην πολυθρόνα, που μέσα στον ενθουσιασμό του την πέρασε για τραμπολίνο. (…)
(…) Απ’ έξω άρχισαν ν’ ακούγονται οι πρώτες ρυθμικές κόρνες. Ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους να πανηγυρίσει για την αλλαγή. Κι εγώ…
Τελικά, ίσως θα ’πρεπε κι εγώ να πανηγυρίσω για την αλλαγή΄ τη δική μου αλλαγή. Που δεν ήταν απλώς αλλαγή, ήταν πλήρης μεταλλαγή, μετάλλαξη σκέτη. Ένα μεταλλαγμένο είδος που τρύπωσε κρυφά ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα για να εφαρμόσει τα μοχθηρά του σχέδια. Θα ’πρεπε κι εγώ να το γλεντήσω λοιπόν. Θα ’πρεπε να το ρίξω έξω, να το κάψω, να τα σπάσω, να ξεδώσω! Είχα προσπαθήσει σκληρά για να πετύχω αυτό που πέτυχα. Πιο σκληρά κι από τον κυρ Χρήστο και τους συντρόφους του που πάλευαν με όλες τους τις δυνάμεις μια ζωή ολόκληρη για να διώξουν τη δεξιά.
Κι εγώ το είχα παλέψει με όλες μου τις δυνάμεις. Επιτέλους, λοιπόν, τα κατάφερα! Κατάφερα να βάλω την Αλίκη στο χρονοντούλαπο της ιστορίας… (…)»
Εκλογές ’89-90
«(…)Κάπου είχε βάση, πάντως, η δικαιολογία. Από το προηγούμενο καλοκαίρι, το καλοκαίρι του ’89, ο όγκος της δουλειάς είχε πάρει ασυνήθιστες διαστάσεις κι όλοι όσοι βγάζαμε το ψωμί μας με το πολιτικό ρεπορτάζ σιχτιρίζαμε τον Παπανδρέου και τον εκλογικό του νόμο. Αν και, εδώ που τα λέμε, δεν έφταιγε ο Παπανδρέου. Οι πρώην ψηφοφόροι του έφταιγαν. Αυτοί δηλαδή που πρώτα μόστραραν το αλήστου μνήμης σύνθημα της αλλαγής κι έπειτα του κότσαραν μια μικρή πρόθεση και το έκαναν απαλλαγή. Για να τους τιμωρήσει, λοιπόν, ο αρχηγός, μετέβαλε την ψήφο σε ρουτίνα. Από κάθε τετραετία που ήταν, την έκανε κάθε τετραμηνία. Και οι ψηφοφόροι έτρεχαν πανικόβλητοι στις κάλπες, χωρίς να μπορούν να βγάλουν κυβέρνηση. Κι ύστερα πλάκωσαν κι οι ανίερες συμμαχίες και τα ειδικά δικαστήρια, που κλόνισαν για πρώτη φορά την πίστη του πατέρα μου στο Κόμμα και φόρτωσαν κι άλλο το δικό μου φόρτο εργασίας. Επόμενο ήταν ότι κάποια στιγμή θα έφτανα στα όριά μου. Και πολύ άργησα, εδώ που τα λέμε. Χρειάστηκε να περάσουν δυο άκαρπες εκλογικές αναμετρήσεις, να γίνει η τρίτη –και φαρμακερή– τον Απρίλη του ’90 και να βγει αυτοδύναμη κυβέρνηση, μέχρι να το πάρω επιτέλους απόφαση να ξεφορτώσω τα βάρη από το φόρτο εργασίας. Και να τα φορτώσω στον κόκορα. (…)
(…)Δεν ήθελα ν’ ακούσω περισσότερα. Ούτε να πω. Άλλωστε, τις αποφάσεις μου τις είχα πάρει. Ευτυχώς που η κούκλα, εκτός από γκριζοπράσινα μάτια, διέθετε και πολιτική άποψη και δεν άργησε ν’ αλλάξει κουβέντα.
«Ο Μητσοτάκης, λέει, θα ξεκινήσει άμεσα εκκαθαρίσεις. Και πολύ καλά θα κάνει. Άντε, να τελειώνουμε μια και καλή με τους πρασινοφρουρούς! Αυτοί φταίνε για όλα».
Εκείνη την εποχή οι μισοί Έλληνες έλεγαν ότι φταίγανε οι άλλοι μισοί. Έφταιγε ο απέναντι, ο από κάτω, ο από πάνω, ο ψηλός, ο κοντός... Και κυρίως ο χοντρός, που είχε μοιράσει τα τούβλα στα λαμόγια κι όλοι οι υπόλοιποι τον σιχτιρίζαμε επειδή σε δεν μας είχε πετάξει ούτε ένα τόσο δα κοκαλάκι... Κι ύστερα, επειδή ο χοντρός την είχε κοπανήσει, έφταιγαν οι πρασινοφρουροί που τους είχαμε πλέον πρόχειρους.
«Θα τους διαλύσει ο ψηλός!» συνέχισε η κούκλα. «Αρκετά πια με τους πρασινορουφιάνους που διαλύσανε τη χώρα».
«…ο Αντρέας θα τους πάρει και τα σώβρακα… Άιντε, καιρός ήτανε, με τους απατεώνες που ρημάξανε τη χώρα…»
Λες κι είχαν περάσει αιώνες από τότε… Λες και ήταν σε μια άλλη ζωή… Ο κυρ Χρήστος αγόρευε κι εγώ τον άκουγα με προσοχή. Κι ύστερα τελείωσε το λόγο του κι άρχισαν να βαράνε οι κόρνες...
Δεν τον είχα δει από τότε. Στην αρχή μιλούσαμε αραιά και πού στο τηλέφωνο, αλλά είχα ξεκόψει σιγά σιγά. Μπορεί να είχαν περάσει χρόνια, αλλά η φωνή του μου θύμιζε πράγματα που δεν μπορούσα ν’ αντέξω…
«…δε θ’ αντέξει για πολύ ακόμα ο Αντρέας. Έχει την καρδιά του, τον έχει ξεπατώσει κι εκείνη η αεροσυνοδός που πήγε και παντρεύτηκε…»
Έστρεψα το κεφάλι και την κοίταξα βαθιά μες στα μάτια. Με κοίταξε κι εκείνη χαμογελώντας. Άνετος και κουλ… Δεν απέστρεψα το βλέμμα. Συνέχισα να την κοιτάζω, ακόμα κι όταν το μέτωπο άρχισε να με πονάει αφόρητα. Δεν ήθελα να δω τίποτα άλλο. Μόνο μάτια, μόνο γκριζοπράσινα μάτια… (…)»
12 σχόλια:
Άραγε τί θα γράψει σε καμμιάν εικοσιπενταριά χρόνια κάποιος συνάδελφός σου γιά τις τωρινές εκλογές;!
Δεν θα έχει πιά να πεί γιά συντρόφους με χαρτοπετσέτες ή γιά πρασινοφρουρούς- γιά γκριζοπράσινα μάτια, όμως, κάτι θα υπάρχει...
@ dodos
Λες να γράφει για συντρόφους με... γκριζοπράσινα μάτια;
:)
Νομίζω ότι αν δεν ήταν τα γκριζοπράσινα μάτια, εκείνη η σελίδα θα ήταν ακόμα λευκή...
:))
@ ημίαιμος
Λευκή; Ή μήπως μαύρη;
Άντε, γκρίζα! :)
Αρνούμαι να διαβάσω άλλα αποσπάσματα, θέλω να το διαβάσω ολόκληρο λέμε!
Κατά τα λοιπά μια καλημέρα και ένα μουτς!
Ό,τι πεις, Ντόλυ! Ελπίζω το επόμενο απόσπασμα να το διαλέξεις εσύ.
:))
πλέον έχει χάσει ο κόσμος την ελπίδα... όχι όπως τότε, στις εκλογές που περιγράφεις τόσο γλαφυρά.
Δεν ξέρω, Αλεξάντρα, αν υπήρχε ποτέ ελπίδα για να χαθεί. Το μόνο, νομίζω, που έχει χαθεί είναι η αίσθηση του χιούμορ. Πανταχόθεν...
χρήστο,
μερικές φορές όλα μοιάζουν τόσο δύσκολα, τόσο ξύλινα (χωρίς χιούμορ, όπως λες)...
κάτι τέτοια φθινοπωρινά απογεύματα...
ας πω και εγω την δική μου γνώμη.
άραγε,σήμερα το ΠΑΣΟΚ εκπροσωπεί τον Σοσιαλισμό ή πλέον "πάει" στο Κέντρο και "συνεχίζει" προς την Δεξιά;
εγω πιστεύω πως το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε ιδεολογικά στην αρχή (στις εποχές του "Γέρου της Δημοκρατίας") αλλά μετά έπεσαν στην μαρχάλα-π.χ Νεονάκης...
το ΠΑΣΟΚ έχει πρόεδρο τον Γιωργάκη,δε λέω συμπαθής άνθρωπος είναι αλλά γνώμη μου επειδή είναι αμερικανοτραφής-μεγαλωμένος στην Minessota,οι ξενόφερτες ιδέες που εκφράζει μάλλον εδω στην Ελλάδα δεν περνάνε στον κόσμο-πιστεύω πως δεν καταλαβαίνει ο κόσμος τι εννοεί ο Παπανδρέου.
τι να κάνει άραγε το laptop του προέδρου του ΠΑΣΟΚ;
οσο για την Νεα Δημοκρατία,την γνωστή σε ολους μας ως ΝουΔου,για να μην την αφήσω παραπονεμένη έγινε κυβέρνηση επειδή-γνώμη μου-φάγανε πολλά οι ΠΑΣΟΚΟΙ του κοσμάκη,απογοητεύτηκε και τσαντίστηκε ο λαός και δεν θέλει πλέον να ξαναβγει το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία.Περιμένουν πολλά απο τον Καραμανλή.....τώρα βέβαια με τις κουμπαριές έχουν πρόβλημα και αυτοί.......
τι να κάνει άραγε,η μαιμού του Έβερτ;
άραγε (ποιός γαμωτό κερατό μου!) κυβερνά αυτόν τον τόπο;
Βασίλη, καλωσήλθες.
Ρητορικό, υποθέτω, είναι το ερώτημά σου. Αλλιώς, αδυνατώ να το απαντήσω. Εδώ δεν το 'χουν απαντήσει οι -υποτίθεται- καθ' ύλην αρμόδιοι. Χρόνια τώρα...
:)
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα